Ενωμένοι ενάντια στους ισλαμόφοβους υποκριτές


  



Σε παρέμβασή τους σε συνέδριο με θέμα “Δίκαιο και Θρησκεία στη Μεσόγειο” στις 26/5/2016, οι δύο πρώην Υπουργοί Εξωτερικών Βαγγέλης Βενιζέλος και Ντόρα Μπακογιάννη τοποθετήθηκαν υπέρ της “κατάργησης της Σαρία” (του ισλαμικού νόμου) για τη μειονότητα της Δυτικής Θράκης. Η τοποθέτηση έδωσε αφορμή για ένα κύμα δημοσιευμάτων που ρητά ή υπόρρητα στοχοποιούν τους μουσουλμάνους της Δυτικής Θράκης, με μπόλικη αντιτουρκική ρητορική και την απαραίτητη εθνική “ανησυχία”. Τι ισχύει όμως πίσω από τους πηχυαίους τίτλους;


Το ελληνικό κράτος έχει αποδεχτεί την προαιρετική εφαρμογή του ισλαμικού νόμου για τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς της Δυτικής Θράκης με τη συνθήκη της Λωζάνης το 1923. Βέβαια, το νομικό πλαίσιο για την περιορισμένη εφαρμογή θρησκευτικών κανόνων σε μια σειρά ζητημάτων υπήρχε πριν ακόμα τη Συνθήκη της Λωζανης και αφορούσε όχι μόνο τη μουσουλμανική, αλλά και την εβραϊκή μειονότητα στην Ελλάδα. Η εξόντωση των Ελλήνων Εβραίων τη δεκαετία του '40 εξαφάνισε το ένα σκέλος μιας παλιάς συζήτησης, με αποτέλεσμα το ζήτημα να εμφανίζεται σήμερα αποκλειστικά ως “πρόβλημα με το Ισλάμ”. 


Αυτό που ισχύει σήμερα είναι η δυνατότητα προαιρετικής εφαρμογής του ισλαμικού θρησκευτικού νόμου, αν τα ενδιαφερόμενα μέρη το επιλέξουν, σε οικογενειακά, κληρονομικά και περιουσιακά ζητήματα. Αρμόδιος για την έκδοση της σχετικής απόφασης είναι ο μουφτής, ενώ στη συνέχεια η απόφαση θα πρέπει να εγκριθεί από το τοπικό Πρωτοδικείο. Σε αντίθεση με τα δημοσιεύματα που μιλούν για ελληνική πρωτοτυπία, ανάλογα μουσουλμανικά και εβραϊκά δικαστήρια υπάρχουν, για παράδειγμα, στη Μεγάλη Βρετανία, πάλι με την προϋπόθεση της εκ των προτέρων αποδοχής από τους διαδίκους της εφαρμογής του αντίστοιχου θρησκευτικού νόμου και της δωσιδικίας των ιεροδικείων.


Η Μπακογιάννη προσπάθησε να ντύσει την επιχειρηματολογία υπέρ της “κατάργησης της σαρία” με την ανάγκη υποστήριξης των γυναικών της μειονότητας – οι οποίες και υφίστανται τις δυσμενέστερες διατάξεις του ισλαμικού νόμου σε σχέση με τους κανόνες του αστικού δικαίου. Αλλά, απέναντι σ' αυτή την επιχειρηματολογία, θα πρέπει να είμαστε τόσο επιφυλακτικοί όσο ήμασταν και απέναντι στα επιχειρήματα υποστήριξης πολεμικών επεμβάσεων στη Μέση Ανατολή με σκοπό την “υπεράσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών”...


«Εθνική καραντίνα»

Η μειονότητα της Δυτικής Θράκης είναι θύμα μιας πολιτικής “εθνικής καραντίνας” που έχει άμεσο αντίκτυπο στις υλικές συνθήκες στις οποίες ζουν τα μέλη της. Η επιμονή στη μη αναγνώριση του δικαιώματος στον συλλογικό εθνικό αυτοπροσδιορισμό – στο ότι δηλαδή στην πλειοψηφία τους οι μουσουλμάνοι συμπολίτες μας της Δυτικής Θράκης νιώθουν και δηλώνουν εθνικά Τούρκοι, έχουν ως μητρική την τουρκική γλώσσα, κλπ – θέτει πλήθος εμπόδια στη ζωή, την εκπαίδευση, την κοινωνική τους ένταξη. 


Δεν είναι τυχαίο ότι οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης είναι φτωχότεροι, τα παιδιά τους εγκαταλείπουν νωρίτερα και σε μεγαλύτερο ποσοστό το σχολείο, κοκ. Ένα ολόκληρο σύστημα επιτήρησης και πειθάρχησης της μειονότητας εξασφαλίζει αυτό το καθεστώς, ξεκινώντας από τους θεσμούς και φτάνοντας μέχρι τους φασίστες και το “βαθύ κράτος”. 


Αν κάποιος ενδιαφέρεται για τη μειονότητα – και μέσα σ' αυτή για τις γυναίκες της που υφίστανται πολλαπλάσια καταπίεση – θα πρέπει να το αποδείξει σπάζοντας αυτή την καραντίνα. Αντί γι' αυτό, το ελληνικό πολιτικό προσωπικό, ιδιαίτερα των δύο παλιών κομμάτων εξουσίας, του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, ενδιαφέρεται μόνο για το πώς θα διαιωνίσει την απομόνωση της μειονότητας. Οι παρεμβάσεις της Μπακογιάννη και του Βενιζέλου για “κατάργηση της σαρία” δεν είναι παρά συγκεκαλυμμένες επιθέσεις στους “καθυστερημένους” μουσουλμάνους. Στο ερώτημα γιατί δεν πήραν τη σχετική απόφαση όταν ήταν στην κυβέρνηση, η απάντηση είναι απλή: η λιγότερο “εκσυγχρονιστική” εθνικιστική επιχειρηματολογία υποστηρίζει ότι η κατάργηση της σαρία θα σημάνει παραβίαση της συνθήκης της Λωζάνης, κάτι που θα είχε δυσμενείς επιπτώσεις στα “εθνικά” συμφέροντα, από τον έλεγχο των μουφτήδων διά του κρατικού διορισμού τους (ως δικαστών) μέχρι το καθεστώς των νησιών του Αιγαίου.


Τι σχέση έχουν όλα αυτά με τα δικαιώματα των γυναικών της μειονότητας και των μουσουλμάνων πολιτών εν γένει; Μα φυσικά καμία. Η μειονότητα έχει κάνει μεγάλα πολιτικά προχωρήματα τα τελευταία χρόνια, σπάζοντας τον έλεγχο των πελατειακών δικτύων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, ψηφίζοντας ΣΥΡΙΖΑ. Η πολιτική αυτή στροφή είναι δείγμα μιας ευρύτερης κοινωνικής αλλαγής στη μειονότητα: νέος κόσμος, που σπούδασε στα Πανεπιστήμια και επέστρεψε για να εργαστεί, έχει φέρει έναν φρέσκο αέρα αμφισβήτησης, ανάμεσα στα άλλα και απέναντι στις ίδιες τις πολιτικές και θρησκευτικές ιεραρχίες της μειονότητας. Αυτή είναι και η μοναδική ελπίδα για τη βελτίωση της ζωής της μειονότητας και την πάλη ενάντια στην καταπίεση, και βέβαια όχι κάποιες εθνικιστικές παρεμβάσεις “από τα πάνω”.


Ειδικά σε μια συγκυρία που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ απογοητεύει μαζικά τους ίδιους της τους ψηφοφόρους και μέσα στη μειονότητα, το πεδίο είναι ανοιχτό για την παρέμβαση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς που για πρώτη φορά έχει εξελιχθεί σε υπολογίσιμη δύναμη στην περιοχή. Η εργατική ενότητα χριστιανών και μουσουλμάνων, στην Θράκη και παντού, μπορεί να τσακίσει τα εθνικιστικά πολιτικά παιγνίδια και μαζί την κάθε είδους καταπίεση. 

Θανάσης Καμπαγιάννης